Ο ΓΕΡΟΣ ΚΑΙ Η ΑΛΕΠΟΥ

του Χρήστου Στρατηγόπουλου


Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα σπίτι στην άκρη του δάσους, είχε χτίσει το σπίτι του ένας γεράκος που ζούσε εκεί με την καλόκαρδη γυναίκα του. Δίπλα απ' το όμορφο πέτρινο σπιτάκι τους, είχαν ένα κοτέτσι, όπου ο γέρος εδώ και πολλά χρόνια φρόντιζε τις κοτούλες του με πολύ αγάπη. Τις αγαπούσε ναι, και αυτές για αντάλλαγμα του χάριζαν τα πιο νόστιμα αυγά του κόσμου. 

Οι μέρες κυλούσαν ήσυχα στο σπίτι στην άκρη του δάσους. Η καλόκαρδη κυρία μαγείρευε ότι μπορεί να βάλει ο νους σου και έκανε κάτι γλυκά... που δεν φαντάζεσαι! 

Μια μέρα λοιπόν που βγήκε ο γέρος να μαζέψει μήλα για την μηλόπιτα, ακούει έναν παράξενο θόρυβο απ' το κοτέτσι του. Τρέχει γρήγορα πίσω στο σπίτι, ανοίγει την πόρτα απ' το κοτέτσι, και τι να δει: Έλειπε μια κότα! Οι άλλες κοτούλες είχαν μαζευτεί γύρω του και τον κοιτούσαν με μάτια φοβισμένα. Ο γέρος δεν μπορούσε να καταλάβει πως μπορεί να εξαφανίστηκε η κότα του. Πήρε την καραμπίνα του και έκανε μια γύρα όλο το μέρος γύρω απ' το σπίτι και το κοτέτσι, μήπως και βρει στοιχεία και ίχνη. Τίποτα όμως. 
Την άλλη μέρα πάλι ακούει τον περίεργο θόρυβο, μα με το που πετάχτηκε έξω κι άλλη μια κότα είχε εξαφανιστεί και τα μάτια των υπόλοιπων τον κοιτούσαν όλο και πιο τρομαγμένα. Αφού οι κότες, τόσο είχαν τρομάξει που σταμάτησαν να κάνουν αυγά!



Μια δυο, ο γέρος λέει "θα παραφυλάξω με την καραμπίνα μου και θα βρω ποιός μου κλέβει τις κότες!" Έτσι λοιπόν απ' το πρωί μέχρι το βράδυ κάθισε καλά κρυμμένος δίπλα απ' το κοτέτσι. Λίγο πριν δύσει ο ήλιος να σου και ακούει έναν θόρυβο. Κοιτάζει απ' την κρυψώνα του, και βλέπει μια αλεπού να πηδάει μέσα στο κοτέτσι και να αρπάζει μια κότα με τα δόντια της! 



Σηκώνεται νευριασμένος και της λέει: "Εσύ λοιπόν κυρά Αλεπού μου κλέβεις τις κότες μου. Σ' έπιασα τώρα". 

"Σε παρακαλώ κύριε μου, μη με πυροβολήσεις. Δεν τις παίρνω τις κότες σου για να τις φάω". Ο γεράκος γέλασε και μετά, νομίζοντας ότι τον κορόιδευε η πονήρω η αλεπού, την σημάδεψε απειλητικά με το όπλο του. 

"Αλήθεια σου λέω κύριε μου"  Ο γέρος πείστηκε ότι η αλεπού δεν ήταν κακιά και με περιέργεια κάθισε να ακούσει την ιστορία της:

"Από τότε που ήρθα σ' αυτό το δάσος, ζήλευα το όμορφο σπιτικό σας. Ονειρευόμουν να γίνω κι εγώ μια καλή νοικοκυρά σαν την γυναίκα σου, αλλά όταν το έλεγα στις άλλες αλεπούδες, με κορόιδευαν και γελούσαν μαζί μου" άρχισε να του εξιστορεί η αλεπού. 
"Μια μέρα αποφάσισα ότι ήταν καιρός να κάνω αυτό που πραγματικά θέλω και αυτό που θα με κάνει ευτυχισμένη. Έτσι, έφτιαξα ένα σπιτάκι που μοιάζει πολύ με το δικό σας, και ένα μικρό κοτέτσι δίπλα, ακριβώς όπως το έχεις κι εσύ. Αλλά που θα έβρισκα εγώ κότες; Είμαι αλεπού, καμία δεν θα ήθελε να έρθει να μείνει μαζί μου. 
Έτσι πήρα την απόφαση να πάρω μερικές απ' τις δικές σου. Στην αρχή δεν κατάλαβα ότι ήταν κακό αυτό που έκανα. Είχα τόσο ενθουσιασμό που μόνο όταν με είδες εσύ κατάλαβα ότι ο τρόπος μου δεν ήταν ο σωστός". 

Ο γέρος άκουγε την ιστορία της με προσοχή. Του έλεγε αλήθεια αυτή η αλεπού και ας είναι γενικά πολύ πονηρά ζώα. 

"Ήταν κλεψιά αυτό που έκανες αλεπού όμως. Όσο καλή διάθεση και να είχες. Τρόμαξες όλες τις κοτούλες μου και δεν μου κάνουν πια αυγά"! "Ω, συγγνώμη" είπε η αλεπού και κατέβασε μετανιωμένη το κόκκινο κεφάλι της και έφυγε με κατεβασμένη την φουντωτή ουρά. 

Ο γέρος όμως ήταν καλός άνθρωπος. Κατάλαβε την ψυχούλα της αλεπούς και μετά από σκέψη και συζήτηση με την γυναίκα του, αποφάσισαν να κάνουν μια έκπληξη στην κυρα Αλεπού. 
Έφτιαξε λοιπόν η καλή γυναίκα ένα απ' τα πιο υπέροχα γλυκά της, πήρε ο γέρος δυο κοτούλες απ' το κοτέτσι του και ξεκίνησαν να βρουν το σπίτι της καινούριας τους φίλης. 



Η αλεπού όταν τους είδε να έρχονται, δεν το πίστευε στα μάτια της! Σηκώθηκε χαρούμενη και άρχισε να τρέχει γύρω τους. Έπειτα κάθισαν όλοι μαζί στο μικρό τραπεζάκι της αλεπούς και φάγανε το γλυκό. Ο γέρος της εξήγησε ότι είναι πολύ σημαντικό να θέλουμε να πραγματοποιήσουμε τα όνειρα μας, αλλά να προσπαθούμε όσο είναι δυνατό να μην καταστρέφουμε ότι αγαπάει κάποιος άλλος για το δικό μας καλό. 

"Αλεπού, έκανες πολύ καλά που ακολούθησες το όνειρο σου, και γι' αυτό κι εμείς τώρα σε βοηθάμε και σε στηρίζουμε. Αλλά αν απ' την αρχή προσπαθείς να βρεις τον καλύτερο τρόπο για να καταφέρεις αυτό που θέλεις, τότε θα δείς ότι όλοι όσοι φαίνονται εχθροί σου στην πραγματικότητα μπορούν να γίνουν οι καλύτεροι σου φίλοι". Η αλεπού ευχαρίστησε τον γέρο και την γυναίκα του και από τότε γίναν οι καλύτεροι γείτονες! Έμαθε και η κυρά αλεπού να μαγειρεύει, όπως η καλή γυναίκα και οι μυρωδιές γέμιζαν όλο το δάσος. Σιγά σιγά κατάλαβαν και οι άλλες αλεπούδες ότι δεν χρειάζεται να διώχνουν κάποιον απ' την παρέα τους επειδή δεν συμφωνούν σε όλα. Κάθε ένας είναι διαφορετικός και ξεχωριστός αλλά όλοι μαζί κάνουν μια καλή παρέα! 

Κι έτσι το σπίτι της ονειροπόλας αλεπούς γέμιζε κάθε μέρα με γέλια και με παιχνίδια, ενώ δεν ξέχασε ποτέ τον καλό γέρο με την γυναίκα του, που την βοήθησαν να καταλάβει το πιο σημαντικό: Ότι μπορείς να καταφέρεις τα πάντα, αρκεί να παραμείνεις πιστός στις αρχές σου και  καλός στην καρδιά σου. 
Κι έτσι ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα...

3 σχόλια:

  1. Μου άρεσε πάρα πολύ Αγγελική το παραμύθι σου και η μαμά μου το διαβάζει πολύ ωραία και μ' αρέσει! Η δικιά μου ζωγραφιά είναι με την αλεπού που πίνει τσάι στο σπίτι της με τις κότες και στην έστειλα.

    Με αγάπη,
    Μυρσίνη (6 χρονών)

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σου άρεσε το παραμύθι; Στείλε μου το μήνυμα σου εδώ!